Παραθυρεοειδείς αδένες

Παραθυρεοειδείς αδένες

Οι παραθυρεοειδείς αδένες είναι μικρού μεγέθους (σχήμα και μέγεθος φακής) αδένες, που βρίσκονται πίσω από τον θυρεοειδή αδένα και σχεδόν σε επαφή με αυτόν. Το 80% των ανθρώπων, έχει τέσσερις παραθυρεοειδείς αδένες, ενώ το υπόλοιπο 20% μπορεί να έχει πέντε ή έξι ή

παραθυρεοειδείςακόμα και λιγότερους από τέσσερις. Οι παραθυρεοειδείς αδένες αυτοί είναι υπεύθυνοι για την παραγωγή και έκκριση της παραθορμόνης (PTH). Πρόκειται για ορμόνη που μαζί με την καλσιτονίνη που παράγεται και εκκρίνεται στον θυρεοειδή αδένα και την βιταμίνη D συμμετέχει στη ρύθμιση των επιπέδων ασβεστίου και φωσφόρου στο σώμα μας.

Σε φυσιολογικές συνθήκες το ασβέστιο που εισέρχεται στο σώμα με τις τροφές απορροφάται στο έντερο και περνάει στο αίμα διαθέσιμο για τις ανάγκες του οργανισμού το πλεόνασμα του ασβεστίου αποθηκεύεται στα οστά ενώ ένα μέρος αποβάλλεται από τους νεφρούς κατά την ούρηση.

 

 

Ποια είναι η δράση της παραθορμόνης (PTH) στον οργανισμό;

Ερέθισμα για την έκκριση παραθορμόνης από τους παραθυρεοειδείς αδένες είναι η πτώση της τιμής του ασβεστίου στο αίμα. Όταν λοιπόν το ασβέστιο του αίματος μειωθεί τότε ενεργοποιούνται οι παραθυρεοειδείς και εκκρίνουν την παραθορμόνη. Με την δράση της, η παραθορμόνη οδηγεί σε αύξηση του ασβέστιο του πλάσματος δρώντας :

  • Στους νεφρούς. Διεγείρει την επαναρρόφηση του ασβεστίου, ενώ αναστέλλει την επαναρρόφηση του φωσφόρου. Στους νεφρούς, επίσης, διεγείρει τη σύνθεση της δραστικής μορφής της βιταμίνης και με τον τρόπο αυτό αυξάνει την εντερική απορρόφηση του ασβεστίου, που εξαρτάται από τη βιταμίνη D.
  • Στα οστά. Διεγείρει την δράση των οστεοκλαστών, δηλαδή των κυττάρων εκείνων του οστού, που λύνουν δηλαδή καταστρέφουν τις οστικές δοκίδες των οστών. Το αποτέλεσμα είναι η απελευθέρωση ασβεστίου από τα οστά στην κυκλοφορία. Αξίζει να σημειωθεί ότι η καλσιτονίνη έχει την ακριβώς την αντίθετη δράση. Μειώνει την τιμή του ασβεστίου στο αίμα αυξάνοντας την εναπόθεση ασβεστίου στα οστά. Αυτός είναι και ο λόγω που η καλσιτονίνη χρησιμοποιείται κατά τις οστεοπόρωσης.

Τι είναι ο υπερπαραθυρεοειδισμός;

Υπερπαραθυρεοειδισμός είναι η πάθηση κατά την οποία, υπερπαράγεται και υπερεκκρίνετε η παραθορμόνη, με αποτέλεσμα οι τιμές της ορμόνης στο αίμα να είναι πολύ αυξημένες. Η αυξημένες ποσότητες παραθορμόνης προκαλεί αύξηση των τιμών ασβεστίου στο αίμα (υπερασβεστιαιμία) μείωση των επιπέδων του φωσφόρου μείωση της (υποφωσφαταιμία) μείωση του ασβέστιο των οστά (οστεοπόρωση).
Υπάρχουν τρεις τύποι υπερπαραθυρεοειδισμού: ο δευτεροπαθής, και ο τριτοπαθής.

  • Πρωτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός. Είναι σπάνια πάθηση και αφορά συνήθως ανθρώπους μεγάλης ηλικίας, χωρίς όμως να αποκλείονται και οι νεότερες ηλικίες. Οι γυναίκες έχουν διπλάσιο κίνδυνο από ότι οι άνδρες ενώ η συχνότητα της νόσου αυξάνει με την ηλικία. Ανεπάρκεια της βιταμίνης D καθώς και κάποια γενετικά σύνδρομα σχετίζονται με την εμφάνιση της νόσου του υπερπαραθυροειδισμού. Συνήθως οφείλεται σε καλοήθες αδένωμα ή σε καλοήθη υπερπλασία (υπερτροφία) των αδένων. Η περίπτωση να οφείλεται σε καρκίνο των παραθυρεοειδών αδένων είναι πολύ σπάνια. Ο καρκίνος των παραθυρεοειδών είναι μία σπάνια κατάσταση και αφορά λιγότερο από το 1% των ασθενών με πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό και λιγότερο του 0.005% όλων των καρκίνων του ανθρώπινου σώματος, ενώ σε ποσοστό 20% των ασθενών υπάρχει γενετική προδιάθεση.
  • Δευτεροπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός. Είναι σπανιότερος από τον πρωτοπαθή και η αυξημένη παραγωγή παραθορμόνης οφείλεται σε κάποιο άλλο πρόβλημα υγείας, όπως μπορεί να είναι η νεφρική ανεπάρκεια ή προβλήματα δυσαπορρόφησης που εμποδίζουν την απορρόφηση του ασβεστίου στο έντερο.
  • Τριτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός. Είναι πολύ σπάνια πάθηση και παρουσιάζεται σε ορισμένους ασθενείς με δευτεροπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό οι οποίοι μπορεί μετά από κάποια χρόνια να αναπτύξουν αυτόνομους υπερπλαστικούς αδένες. Δηλαδή αδένες που δεν υπακούουν στο φυσιολογικό μηχανισμό ρύθμισης και υπερλειτουργούν ανεξάρτητα από την τιμή του ασβεστίου στο αίμα.

Ποία είναι τα συμπτώματα του υπερπαραθυρεοειδισμού;

Τα συμπτώματα του υπερπαραθυρεοειδισμού είναι ήπια και έτσι δεν γίνονται άμεσα αντιληπτά από τον πάσχοντα. Στα αρχικά στάδια, μπορεί κάποιος να παραπονείται για αδυναμία, εύκολη κόπωση και μυϊκή εξασθένιση. Σε ποιο προχωρημένο στάδιο, αναφέρονται άτυπα κοιλιακά άλγη, ατονία, τάση απομόνωσης και κατάθλιψη. Με την πάροδο των χρόνων παρουσιάζονται υποτροπιάζουσες νεφρολιθιάσεις, αναίτια κατάγματα λόγω οστεοπόρωσης, πεπτικό έλκος λόγω υπερέκκρισης υδροχλωρικού οξέως, αρτηριακή υπέρταση, δίψα, απώλεια όρεξης, εμετοί, διαταραχές μνήμης, και σύγχυση.

Πως γίνεται η διάγνωση του υπερπαραθυρεοειδισμού;

Η διάγνωση του υπερπαραθυρεοειδισμού γίνεται με ακόλουθες εξετάσεις:

  • Αιματολογικές εξετάσεις. Για την μέτρηση των τιμών του ολικού ασβεστίου, του ιονισμένου ασβεστίου, του φωσφόρου και της αλκαλικής φωσφατάσης.
  • Μέτρηση οστικής πυκνότητας.
  • Απεικονιστικός έλεγχος για να διαπιστωθεί η θέση του πάσχοντος παραθυρεοειδούς. Ο έλεγχος αυτό αφορά το υπερηχογράφημα τραχήλου από (έμπειρο ακτινολόγο) και το σπινθηρογράφημα παραθυρεοειδών με Sestamibi. Στο ειδικό αυτό Σπινθηρογράφημα με sestamibi ο ασθενής λαμβάνει μια πολύ μικρή ποσότητα μιας ραδιενεργούς ουσίας, η οποία απορροφάται μόνο από τον υπερλειτουργούντα παραθυρεοειδή αδένα και μας οδηγεί στον εντοπισμό του. Να σημειωθεί ότι, η αξονική και η μαγνητική τομογραφία τραχήλου έχουν μικρότερη αξιοπιστία από τις προαναφερόμενες εξετάσεις.

Ποια είναι η θεραπευτική αντιμετώπιση του υπερπαραθυρεοειδισμού;

Η χειρουργική αντιμετώπιση είναι η μέθοδος εκλογής του πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμού και περιλαμβάνει την ανεύρεση και τη χειρουργική αφαίρεση του παθολογικού αδένα. Η φαρμακευτική αντιμετώπιση που εφαρμόζεται το τελευταία χρόνια σε ορισμένα κέντρα, δεν έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα παρά το υψηλό της κόστος. Ενώ η αποτελεσματικότητα της χειρουργικής θεραπείας, όταν διενεργείται από εξειδικευμένο χειρουργό, ανέρχεται σε ποσοστό 95-99%.

Για περισσότερες πληροφορίες δείτε: Χειρουργική παραθυρεοειδών αδένων

 

Διαβάστε σχετικά άρθρα